ΚΑΡΔΙΑ ΚΑΙ ΚΥΗΣΗ

Καρδιά και Κύηση

Η περίοδος της κύησης είναι από τος πιο τρυφερές περίοδοι στην ζωή μιας γυναίκας. Η εγκυμοσύνη όμως προκαλεί κάποιες συνήθως αναστρέψιμες μεταβολές στο γυναικείο καρδιαγγειακό σύστημα.
Με κάποιες λεπτομερείς εξετάσεις από την αρχή της εγκυμοσύνης μπορεί να επιβεβαιωθεί η ομαλή προσαρμογή του οργανισμού στην νέα κατάσταση αλλά και να ανιχνευτούν προϋπάρχουσες παθολογίες που πιθανώς να επιδεινωθούν λόγω των μεταβολών στο καρδιακό και αγγειακό σύστημα. Οι μεταβολές αυτές αποτελούν προσαρμοστικούς μηχανισμούς στις αλλαγές της Αρτηριακής πίεσης, στην μείωση της φλεβικής επιστροφής, στην απώλεια αίματος, στις αυξημένες ανάγκες σε οξυγόνο ώστε να προστατευτεί τόσο η μητέρα όσο και το έμβρυο.

Τι αλλάζει όμως με την εγκυμοσύνη;

Η καρδιακή παροχή αυξάνει 30-50% ξεκινώντας από την 5η εβδομάδα με κορύφωση την 20-24η. Η αιματική ροή στην μήτρα αυξάνει κατά 20% καθώς αυξάνει το μέγεθος της καθώς και η ροή στο δέρμα και στους μαστούς που δικαιολογεί και ένα φύσημα στην περιοχή.
Η καρδιακή συχνότητα αυξάνει προοδευτικά με μια μέση αύξηση 10-20 σφύξεων το λεπτό και σταθεροποιείται μετά την 32η εβδομάδα.
Η αρτηριακή πίεση μειώνεται καθώς μειώνονται οι περιφερικές αντιστάσεις, ιδιαίτερα το δεύτερο τρίμηνο και ιδιαίτερα η διαστολική συνιστώσα.

Υπάρχουν φυσιολογικές αλλαγές/μεταβολές της καρδιάς και των αγγείων στην εγκυμοσύνη?

Ναι, υπάρχουν! Μια φυσιολογική καρδιά προσαρμόζεται στις αυξημένες απαιτήσεις της εγκυμοσύνης (υπάρχουν δύο οργανισμοί που εξυπηρετεί!) αυξάνοντας τη λειτουργικότητά της, την ποσότητα αίματος που στέλνει στα όργανα του σώματος και τη συχνότητά της (χτύποι-σφίξεις). Η αρτηριακή πίεση μένει αμετάβλητη ή μειώνεται ελαφρά (κυρίως η «μικρή» πίεση). Είναι συχνά φυσιολογική η ακρόαση ενός καρδιακού φυσήματος (από την πνευμονική βαλβίδα).

– Υπάρχουν συμπτώματα που θεωρούνται «φυσιολογικά»?

Βεβαίως. Μια ελαφρά δύσπνοια, κυρίως στην έντονη άσκηση είναι δικαιολογημένη. Μπορεί να παρατηρηθεί υπνηλία και εύκολη κόπωση. Επίσης συχνά συμβαίνουν ταχυκαρδίες που μπορεί να είναι όμως αθώες. Μπορεί να παρατηρηθούν οιδήματα στα πόδια χωρίς να συνυπάρχει κάποια παθολογική κατάσταση από το καρδιαγγειακό σύστημα.

– Ποια συμπτώματα/ευρήματα θα πρέπει να ανησυχήσουν τη μητέρα?

Σοβαρά συμπτώματα όπως σοβαρή και επιδεινούμενη δύσπνοια, νυχτερινή δύσπνοια, αιμόπτυση, πόνος στο στήθος ή λιποθυμικά επεισόδια (ιδίως στην άσκηση) δεν θα πρέπει να ξεφύγουν της προσοχής.

– Τι είναι και πόσο επικίνδυνη είναι η υπέρταση της κύησης?

Ως υπέρταση στην κύηση χαρακτηρίζεται η αύξηση της συστολικής αρτηριακής πίεσης κατά 30 mmHg και της διαστολικής κατά 15 mmHg συγκριτικά με τις τιμές τους πριν από την 20ή εβδομάδα κύησης. Όταν δεν είναι γνωστή η τιμή της αρτηριακής πίεσης πριν από την κύηση, τιμές μεγαλύτερες από 140/90 mmHg θεωρούνται παθολογικές.

Οι διαταραχές της αρτηριακής πίεσης στην κύηση μπορούν να διακριθούν σε:

  • Χρόνια υπέρταση, που προϋπάρχει της κύησης ή εμφανίζεται πριν από την 20ή εβδομάδα κύησης ή επιμένει μετά τη 12η εβδομάδα της λοχείας.
  • Προεκλαμψία – εκλαμψία. Η προεκλαμψία είναι ένα σύνδρομο της εγκυμοσύνης που παρουσιάζεται συνήθως μετά την 20ή εβδομάδα και χαρακτηρίζεται από αρτηριακή υπέρταση, οίδημα (πρήξιμο) στα πόδια και πρωτεϊνουρία (απώλεια λευκώματος στα ούρα). Επίσης συνοδεύεται από κεφαλαλγία, θόλωση της όρασης, δύσπνοια και κοιλιακό άλγος. Η εκλαμψία ορίζεται ως η εμφάνιση μυοκλονικών σπασμών σε γυναίκα με συμπτώματα προεκλαμψίας χωρίς υποκείμενη νευρολογική νόσο.
  • Προεκλαμψία σε έδαφος χρόνιας υπέρτασης.
  • Παροδική υπέρταση, η οποία εμφανίζεται μετά την 20ή εβδομάδα χωρίς να συνοδεύεται από σημεία προεκλαμψίας.

– Πρέπει να παίρνει μια γυναίκα με υπέρταση φάρμακα κατά την εγκυμοσύνη?

Οι περισσότερες μητέρες με υπέρταση που υπήρχε πριν την εγκυμοσύνη θα αναγκαστούν να σταματήσουν τα αντιυπερτασικά τους φάρμακα λόγω πτώσης της πίεσής τους. Αν παρουσιαστεί υπέρταση στην κύηση (και ειδικά αν η πίεση παραμένει πάνω από 15 η μεγάλη ή 11 η μικρή), πρέπει να εξεταστεί η πιθανότητα έναρξης θεραπείας.

– Η παροδική υπέρταση της κύησης συνδέεται με μελλοντική εμφάνιση υπέρτασης?

Η εμφάνιση υπέρτασης που είναι παροδική (εμφανίζεται μετά την 20η εβδομάδα και υποχωρεί μετά την 42η ημέρα από τον τοκετό), αποτελεί προδιαθεσικό παράγοντα για την ανάπτυξη υπέρτασης μελλοντικά στη μητέρα.

Ποιες καρδιακές επιπλοκές μπορούν να εμφανιστούν σε μία κύηση;

Η εμφάνιση καρδιακών επιπλοκών στη διάρκεια της εγκυμοσύνης είναι πολύ σημαντική γιατί μπορεί να έχει πολύ βλαβερές συνέπειες τόσο για τη μητέρα όσο και για το έμβρυο. Σημαντικότερες από αυτές τις επιπλοκές είναι η επιδείνωση προϋπαρχουσών βαλβιδοπαθειών (κυρίως στένωση αορτικής και ανεπάρκεια ή στένωση της μιτροειδούς βαλβίδας), η πνευμονική υπέρταση, η περιγεννητική μυοκαρδιοπάθεια και ο αορτικός, στεφανιαίος ή καρωτιδικός διαχωρισμός.

Η αύξηση της ηλικίας της μητέρας που παρατηρείται συχνότατα στις μέρες μας, μαζί με την ύπαρξη αρτηριακής υπέρτασης, στεφανιαίας νόσου αλλά και το κάπνισμα, αυξάνουν τις πιθανότητες επιπλοκών στην διάρκεια της κύησης.

– Υπάρχουν καρδιακές παθήσεις στις οποίες η εγκυμοσύνη αντενδείκνυται ή πρέπει να διακοπεί?

Ναι. Σε μια σειρά από πολύ σοβαρές καρδιοπάθειες όπως πνευμονική υπέρταση, σοβαρή καρδιακή ανεπάρκεια, προηγούμενη περιγεννητική καρδιομυοπάθεια με απότοκο καρδιακή ανεπάρκεια, σοβαρή στένωση της μιτροειδούς βαλβίδας και σοβαρή συμπτωματική στένωση της αορτικής βαλβίδας, καθώς και σοβαρά ανευρύσματα της αορτής, η κύηση αντενδείκνυται πλήρως.

Τι περιλαμβάνει ο καρδιολογικός έλεγχος της εγκύου;

Η λεπτομερής λήψη του ιστορικού της εγκύου όσο και του οικογενειακού της ιστορικού είναι το πρώτο βήμα.
Η κλινική εξέταση θα ανιχνεύσει παθολογικά φυσήματα, αν και κατά την διάρκεια της εγκυμοσύνης λόγω του αυξημένου όγκου αίματος ακροώνται φυσήματα τα οποία στην πλειονότητα τους είναι αθώα και δεν συνδέονται με παθολογία των βαλβίδων, οιδήματα κάτω άκρων και ακροαστικά ευρήματα από το αναπνευστικό.
Το Ηλεκτροκαρδιογράφημα πιθανώς να δείξει απόκλιση του άξονα, μη ειδικές διαταραχές του διαστήματος ST καθώς και κάποιες αθώες συνήθως αρρυθμίες (ταχυκαρδίες).
Ο υπέρηχος καρδιάς θα μας δώσει πληροφορίες για το μέγεθος της καρδιάς, το πάχος του μυοκαρδίου, την κινητικότητα των τοιχωμάτων και την μορφολογία και την λειτουργικότητα των βαλβίδων. Κάποιες βαλβιδοπάθειες όπως η ανεπάρκεια και η πρόπτωση της Μιτροειδούς βαλβίδας ανιχνεύονται τυχαία τότε. Συγγενείς καρδιοπάθειες με συνηθέστερες τα ελλείμματα του μεσοκολπικού και μεσοκοιλιακου διαφράγματος και η παρουσία πνευμονικής υπέρτασης ανιχνεύονται αρκετά εύκολα.

Συμπερασματικά, η ανεύρεση πιθανής καρδιοπάθειας καθιστά απαραίτητη την εξέταση από καρδιολόγο στην αρχή της κύησης. Ακόμα και γυναίκες με γνωστή καρδιοπάθεια σε αναπαραγωγική ηλικία μπορούν να φέρουν εις πέρας μια εγκυμοσύνη με την στενή παρακολούθηση και την απόλυτη συνεργασία γυναικολόγου και καρδιολόγου.